Η ημερομηνία δημοσίευσης της ανάρτησης, ας μείνει υπενθύμιση αυτού που κανείς δεν θα θυμάται σε λίγο καιρό: πως αυτές τις αρχές Οκτώβρη, αυτού του έτους, το τραγούδι «Stepping Stone» της Ουαλής 60s-revivalist ονόματι Duffy, έχει αναστείλει κάποια από τα άρθρα του Συντάγματος και έχει επιβάλλει στρατιωτικό νόμο στα ραδιόφωνα και τις τηλεοράσεις. Το MTV το προβάλλει και το ξαναπροβάλλει σαν να εξαρτάται η νεογνή του ύπαρξη από αυτό –ενώ τρεις διαφορετικοί γνωστοί μου έχουν τους στίχους του ως status στο Facebook.

Βέβαια, δεν είναι πρωτόγνωρο φαινόμενο αυτός ο μαζικός, ζομπίστικος εθισμός. Κάθε λίγους μήνες, ένα νέο τραγούδι εφαρμόζεται κολονοσκοπικά σε αυτό το τμήμα του πληθυσμού που διαθέτει αυτιά. Τραγούδια που ακούς τόσες φορές, που μουδιάζει το μέρος του εγκεφάλου σου που ελέγχει την ορθή κρίση. Τραγούδια που σε κάνουν να νιώθεις πως ήταν εκεί από πάντα, πως είναι πιο παλιά απ’ ότι στην πραγματικότητα –ώσπου περνάει η ημερομηνία λήξης τους και περνάνε στην άλλη πλευρά της μαύρης τρύπας, μαζί με τους Gnarls Barkley, το «Down on my knees», το «Beggin’», αυτό, αυτό, (ακόμα) και αυτό. Τραγούδια που κανείς δεν ξέρει αν είναι καλά ή κακά, απλά επειδή κανείς δεν έχει κουράγιο να τα ακούσει έστω-μια-ακόμη-φορά. Ωσπου κάποια από αυτά να αποκτήσουν την πατίνα του cult, οι ξεζουμισμένες Πρώην Χιτάρες είναι μια πένθιμη απάντηση στο «πού πάει η pop κουλτούρα όταν πεθαίνει».

Μα η Duffy είναι ειδική περίπτωση. Η Duffy δείχνει αποφασισμένη να μην πουλήσει καθόλου φτηνά το τομάρι της. Στο περιβόητο video clip του «Steppin’ Stone», η 24χρονη ξανθούλα εξηγεί γιατί λατρεύεται σαν μια θεότητα της Cuteοσύνης ανάμεσα στους θνητούς. Μέσα σε 3.31, ο θεατής προλαβαίνει να ερωτευτεί 5-6 απανωτές φορές το ευάλωτο κορίτσι, παρακολουθώντας τη μοναχική του ζωή σαν Πανταχού Παρών Ηδονοβλεψίας. Το σενάριο του βίντεο, χοντρικά:

Ανακούρκουδα στο κρεβάτι, με τα ματάκια της πρησμένα από τον ύπνο, ένα λευκό σεντονάκι να καλύπτει όπως-όπως τη λευκή λαχταριστή της αφρατοσύνη, η Duffy αλλάζει μελαγχολικά στο μουντό πρωινό, μαζεύει μελαγχολική τα σεντόνια, βάφει βουρκωμένη τα νύχια της, κυκλοφορεί με ένα φλυτζάνι τσάι στο στυλ «Με λένε Αρτέμη», βουλιάζει σε έναν καναπέ με άδειο βλέμμα, κοιτάει έξω από ένα παράθυρο ορφανοτροφείου, μουτζουρώνεται από μάσκαρα και δάκρυα, βάζει τις καλτσούλες και τις φουρκέτες της, κάνει ένα ύπουλο upskirt, πίνει τσάι σαν πρόσφυγας που μόλις βρήκε καταφύγιο, μένει με το σουτιέν, βάφει τα χείλη της σε ηδονικό close-up, γυρνά μόνη και εύθραυστη στους δρόμους, και (για όνομα του Θεού, ω δισκογραφική εταιρία της Duffy) τελικά καταλήγει σε ένα μπαρ όπου κοιτάει με πεινασμένο βλέμμα διάφορους random αρσενικούς.

Αλήθεια, τι παραπάνω χρειάζεται για να ξυπνήσουν τα πιο ισχυρά, ευγενή αισθήματα του θεατή; Βλέποντας το βίντεο, νιώθω την υποχρέωση να ανταποκριθώ στην οικειότητά της, να την σκεπάσω με μια κουβέρτα για να μη φοβάται και να της κάνω γλυκό, γλυκό έρωτα.

Τι δεν νιώθω; Δεν νιώθω 1) πως το ίδιο το τραγούδι σέρνεται να φτάσει ως το ρεφραίν, όπου ούτε ‘κει δεν παίρνει μπρος και 2) πως… ΟΚ, δεν είναι και τόσο top γκόμενα η Duffy. Εννοώ, τι ανάγκη θα είχε το μιγαδομεζεδάκι από τις Pussycat Dolls να γυρίσει τόσο ψυχαναγκαστικό βίντεο; Η επιλογή της δισκογραφικής εταιρίας να κάνει τόσο ξεδιάντροπο pimping στο «cute» περιτύλιγμα του προϊόντος, υπενθυμίζει το γιατί όλος ο πλανήτης ετοιμάζεται να χορέψει πάνω στον τάφο της Βιομηχανικής Δισκογραφίας. Το φτύσιμο στις όποιες φεμινιστικές κατακτήσεις είναι μικρό κακό. Το ότι μια τραγουδίστρια δέχεται να συμπεριφερθεί σαν μοντέλο σε διαφημιστικό για 090, είναι σεβαστό. Το πραγματικό θέμα είναι άλλο, όμως. Είναι ο κυνισμός μιας βιομηχανίας που πνίγηκε στην στρατηγική απληστία της, μα παραμένει αμετανόητη ως αυτές, τις τελευταίες της μέρες. Από ηθικής άποψης, το συγκεκριμένο βίντεο είναι πολύ πιο χυδαίο απ’ όλα τα ξέκωλα βίντεο του Snoop Dog μαζί.

Από την άλλη, η ίδια η ύπαρξη της Duffy είναι μια λογιστική εφεύρεση. Ένα απροκάλυπτο «ό,τι φάμε κι ό,τι πιούμε», στα απόνερα της Amy Winehouse. Μα η Amy είναι μια χαρισματική σπανιότητα, ένα «μυθικό κίτρινο ρωμαϊκό κερί» που και χάρη μας κάνει. Αντιγράφοντας τη μανιέρα της χωρίς να έχεις την ίδια, μένεις με μια τζούφια χαριτωμενιά στα χέρια. Το radio-friendly εμπόρευμα «Duffy» είναι λιγότερο υπερβατικό από τη Ντάστι Σπρίνγκφιλντ, ανάξιο σύγκρισης με την Αρίθα, ούτε ακριβώς Burt Bacarach ούτε ακριβώς Ronettes, εξίσου λευκό και νέγρικο, μια νεφελώδης, γενικόλογη νοσταλγία που οι αναφορές της φτάνουν το πολύ ως τον Austin Powers. Μουσικό στίγμα δεν υπάρχει, επειδή δεν είναι αυτό το ζητούμενο. Το ζητούμενο για τους πιαριτζήδες της Duffy, είναι να βγάλει δύο singles και ένα άλμπουμ πριν σβήσει το hype.

Ακούγεται οικείο όλο αυτό; Είναι επειδή η μουσική βιομηχανία το έκανε από πάντα: κάθε φορά που κάποιος δημιουργός ή γκρουπ πήγαιναν λίγο πιο μπροστά τη μουσική, τα γιάπικα όρνεα αναλάμβαναν να ξεφτιλίσουν το πράγμα, φλομώνοντας την αγορά με οπορτουνιστικές κόπιες. Αρχέτυπο αυτού, φυσικά, οι κακόφημοι Monkees. Το γκρουπ που συνεστήθη χωρίς να γνωρίζουν καν τα μέλη του πώς παίζονται τα όργανά τους, με μόνο, δεδηλωμένο σκοπό, να εκμεταλλευτεί την British Invasion του ’64. Και εδώ είναι που μπαίνει στην εξίσωση η τραγική ειρωνία, που εξηγεί και σαρκάζει ταυτόχρονα το όλο φαινόμενο Duffy: 42 χρόνια πριν αυτή διεκδικήσει λίγα ψίχουλα airplay αντιγράφοντας την Amy, οι Monkees είχαν προλάβει να βγάλουν το ένα επιτυχημένο single που τους αναλογούσε, αντιγράφοντας τους Beatles. Είναι τα δύο μόνα τραγούδια που θυμάται σήμερα ο κόσμος από αυτούς: το χιλιοπαιγμένο «I’m a believer»… και στο b-side μια έξοχη ιμιτασιόν γκαραζιά που θα μπορούσε να λέγεται «Η ιστορία ως φάρσα» -μα λεγόταν, απλά, «(I’m not your) Steppin’ Stone».

5 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Apla Respect..... :-)

Ανώνυμος είπε...

ayto to komati ithela na to do se stili megalis efimeridas! Strougkaki, xanesai edw. re sy.
We need you!!!

Unknown είπε...

Γουστάρω την κωλάρα της Pussy Galore. Θα την κάνω αεροδρόμιο ή αυτοκινητόδρομο από το πολύ sex.

Unknown είπε...

Κωλοτρυπίδα τεράστια.

Unknown είπε...

Την κωλοτρυπίδα σου κουκλάρα μου θα πιάσω για να γίνει περισσότερο στιβαρή.

top